Κυριακή 31 Αυγούστου 2014

Fanfiction: To Ρετιρέ


Πρόσωπα: Κατερίνα, κυρία Σοφία, Ειρήνη
Τόπος: ενοικιαζόμενο δωμάτιο, Σπέτσες
Χρόνος: μεσημέρι Αυγούστου

ΕιρήνηΟρίστε μεσημέρι πήγε κι αντί ν’ αράζουμε σε καμιά πλαζ, είμαστε κλεισμένοι μέσα απ' το πρωί, να περιμένουμε την Ξινή!

Κυρία Σοφία: Εεε, μ’ αυτούς που μας καπέλωσε η θεία σου... Είπαμε κι εμείς ν’ αλλάξουμε λίγο παραστάσεις, Αυγουστιάτικα, και δε μας έφτανε ο φαρμακοτρίφτης, θα μας κουβαληθεί τώρα και η Ξινή (βλέποντας την Κατερίνα να την αγριοκοιτάζει) εεε...η Αμαλία εννοώ.

Κατερίνα: Ναι, κυρία Σοφία, αλλά χάρη σ’ αυτόν που λες φαρμακοτρίφτη βρήκαμε δωμάτια τέτοια εποχή και θα κάνετε εσύ κι η εγγονούλα σου τα μπάνια σας.

ΚΣ: Ε να που ΄χει και μια σωστή γνωριμία ο κυρ- Χρήστος.

Ε: Μμμ, να μας έλειπε! Αν μ’αφήνατε, θα σας έβρισκα εγώ... στη μισή τιμή και στα δέκα μέτρα από την πλαζ, όχι σ’αυτήν την κορακοφωλιά πολυτελείας που μας έφερε ο δικός σου επειδή του 'χε μια υποχρέωση ο ιδιοκτήτης και τρέχουμε με το λεωφορείο μισή ώρα για να βρέξουμε λίγο το δαχτυλάκι μας. Και σα να μη μας έφτανε αυτό, να τρώμε στη μάπα και τα κρέατα του παχύδερμου σε οοόλη τους τη μεγαλοπρέπεια...μην ξερααάσω!

(Η Κατερίνα κουνάει το κεφάλι της επικριτικά, αλλά κρατάει το ύψος της και παίρνει μια εφημερίδα για να διαβάσει. Σιωπή μιας στιγμής.)

ΚΣ: Βρε παιδιά, αυτά τα αμυγδαλωτά Σπετσών να ’ναι άραγε καλά;

Κ: Αν έχουν ροδόνερο μέσα, να μου λείπουν, μανούλα μου.

ΚΣ: Ούτε μένα μ’ αρέσει βρε Κατερίνα μου το ροδόνερο... Πώς θα μάθουμε εδώ που μας απέκλεισε το παχυδ...ε, ο φαρμακοτρίφτης θέλω να πω; Που ούτε το ’21 δεν είχαν ζήσει τέτοιο αποκλεισμό οι Σπέτσες.

Ε: Λοιπόν, δικές μου, σας έχω τη λύση έτοιμη! Κάτω στο λόμπι νοικιάζουν κομπιούτερ.

ΚΣ: Και πώς δηλαδή, τι σχέση έχουν οι αριθμομηχανές με τα αμυγδαλωτά;

Ε: Αχ βρε γιαγιά μου, αααάλλο το κομπιουτεράκι, κι ααάλλο το κομπιούτερ, ο υπολογιστής, δηλαδή. Με αυτά τα νέα υπερσύγχρονα μηχανήματα μπορείς να μάθεις τα πάντα, μπαίνοντας στο Διαδίκτυο. (Η Κατερίνα συνεχίζει να διαβάζει την εφημερίδα της και πότε πότε αγριοκοιτάζει την Ειρήνη.) Άκου, μπαίνεις εκεί λοιπόν, γράφεις με ένα πληκτρολόγιο «αμυγδαλωτά Σπετσών» και σου εμφανίζει στην οθόνη όλα τα συστατικά, έ-να- προς- έ-να!

Σ: Ακούς, Κατερίνα μου; Μπαίνεις σε αυτό το Δικτυωτό...

Ε: Σιγά μην μπαίνεις και σε κομπινεζόν! Διαδίκτυο, γιαγιά μου! Τι 'στε εσείς μωρέ, που η Μπουμπουλίνα ήξερε περισσότερα για τεχνολογία κι απ’ τις δυο σας μαζί! ΔΙΑ-ΔΙ-ΚΤΥ-Ο. Αγγλιστί... ‘Ιντερνετ!

(Η Κατερίνα αφήνει την εφημερίδα και σηκώνεται από την πολυθρόνα.)

Κ: Και... για πες μας, Ρηνούλα, πόσο κοστίζει αυτό το Διαδίκτυο;

Ε: Εεεε, ψίχουλα, τα πέντε λεπτά μόνο ένα χιλιάρικο. Έλα, δικιά μου, πέσε τώρα τρία χιλιάρικα να ψάξω τα αμυγδαλωτά.

Κ: Ναι, Ρηνούλα μου, όσο εσύ θα ψάχνεις τ’αμυγδαλωτά, όμως, εμένα θα φεύγουν απ’ την τσέπη μου τα χιλιάρικα! Αμύγδαλο και χιλιάρικο!!! Αμύγδαλο και χιλιάρικο!!!